Ηχητικό Σύστημα Οικιακού Κινηματογράφου. Βασικά Χαρακτηριστικά Ηχείων Και Κριτήρια Τοποθέτησής.
8λεπτά ανάγνωση
Ένα πλήρως εξοπλισμένο Home Cinema περιλαμβάνει συστήματα για απόλυτη ηχητική πιστότητα. Σε αυτό το άρθρο, αναλύουμε τα βασικά συστατικά του ηχητικού συστήματος ενός Home Theater.
Αναλόγως των διαστάσεων του χώρου και το ηχητικό format του κινηματογραφικού ήχου που επιλέγεται για αναπαραγωγή, τα ηχεία λαμβάνουν τις θέσεις τους μέσα στο χώρο.
Τόσο τα σημεία τοποθέτησης όσο και η ποσότητα των ηχείων είναι συγκεκριμένη αφού ακολουθεί ξεκάθαρες τεχνικές προδιαγραφές για να αποδώσουν με ηχητική ένταση, διασπορά και ακουστική κάλυψη προς όλους τους θεατές.
Τα ηχεία που είναι υπεύθυνα για τη δημιουργία της ηχητικής δυναμικής, την ακουστική πίεση και την ποιότητα απόκρισης σε όλες τις συχνότητες, δέχονται το ενισχυμένο σήμα τους από τους τελικούς ενισχυτές.
Τα βασικά χαρακτηριστικά των ηχείων είναι και τα κριτήρια επιλογής τους. Όμως η επιλογή τους πραγματοποιείται απαραιτήτως σε συνάρτηση με την απόσταση τοποθέτησής τους από τους θεατές, τις αποστάσεις καλωδίωσης, τα χαρακτηριστικά των ενισχυτών και φυσικά την ακουστική πίεση και ποιότητα αναπαραγωγής που αναμένεται να υποστηρίζει η αίθουσα.
Το χρυσό στάνταρ, το Reference cinema level ηχητικής απόδοσης διαθέτουν προς έκπληξη των περισσότερων, σειρές ηχείων κατασκευαστών που δεν είναι γνωστοί στο ευρύ κοινό. Αυτά, όταν συνδέονται με τους κατάλληλους ενισχυτές και καλώδια αποδίδουν τον Reference ήχο σε δυναμικές και ποιότητα που καθορίζει το κινηματογραφικό πρότυπο.
Τα βασικά χαρακτηριστικά των ηχείων είναι:
- Ικανότητας διαχείρισης ισχύος (Watts): Η ικανότητα στην διαχείριση των ηχείων είναι σημαντική για την απόδοση και την απόκριση τους σε διάφορα είδη ήχου. Ανάλογα με το μέγεθος του χώρου και τις προτιμήσεις του χρήστη, επιλέγονται ηχεία με διαφορετική ισχύ διαχείρισης, ώστε να αποδώσουν στα επιθυμητά στάνταρ που έχουν επιλεγεί για τον χώρο.
- Αντίσταση (Ohms): Η αντίσταση των ηχείων είναι ένα σημαντικό τεχνικό χαρακτηριστικό που πρέπει να συμβαδίζει με την αντίσταση του τελικού ενισχυτή που θα χρησιμοποιηθεί. Η αντίσταση των ηχείων συνήθως είναι 4, 6 ή 8 Ohms.
- Ευαισθησία (Sensitivity): Η ευαισθησία των ηχείων αναφέρεται στην απόκρισή τους σε μια δεδομένη ισχύ εισόδου και επηρεάζει την απόδοσή τους. Η υψηλή ευαισθησία σημαίνει ότι τα ηχεία απαιτούν λιγότερη ισχύ για να παράγουν ένα δεδομένο επίπεδο ήχου. Έτσι, κάποια ηχεία θα αποδώσουν την επιθυμητή ακουστική πίεση σε ένα χώρο με μικρότερους ενισχυτές σε σύγκριση με άλλα. Παρόλο που αυτό φαίνεται επιθυμητό, δεν είναι απαραίτητα καλό, αν δεν διατηρείται ταυτόχρονα μια σωστή και ισορροπημένη ποιότητα ηχητικής απόδοσης.
- Εύρος συχνοτήτων (Frequency Response): Το εύρος συχνοτήτων που καλύπτουν τα ηχεία επηρεάζει την ακρίβεια και την απόδοσή τους. Επιλέγοντας ηχεία με ευρύ φάσμα συχνοτήτων, εξασφαλίζεται η ακρίβεια και η ευκρίνεια του ήχου.
Η διάταξη των ηχείων κινηματογράφου πρέπει να ακολουθείται με ακρίβεια για να μεταφερθεί ο θεατής στο κέντρο της δράσης ως μέρος της κινηματογραφικής ταινίας. Αν και υπάρχουν διαφορετικές κινηματογραφικές διατάξεις, όλες ορίζουν το κεντρικό ηχείο ως το βασικότερο του κινηματογράφου, επειδή από αυτό αναπαράγονται οι διάλογοι των ηθοποιών. Βρίσκεται πάντα στο κρισιμότερο σημείο του χώρου, ακριβώς στο κέντρο της οθόνης και παρακολούθησης των δρώμενων.
Όλα τα υπόλοιπα ηχεία μπορούν να χαρακτηριστούν και ως περιφερειακά ακόμη και αυτά της κλασικής στερεοφωνίας, όπως το δεξί και αριστερό της σκηνής, γιατί στον κινηματογράφο όλα τους απλά συνοδεύουν το ηχείο των διαλόγων. Έτσι μαζί με τα περιφερειακά και τα ηχεία ύψους δημιουργούν την αίσθηση του περιβάλλοντος χώρου τοποθετώντας τους θεατές στο κέντρο του κινηματογραφικού έργου.
Τα υπογούφερ αναπαράγουν τις απαραίτητες χαμηλές συχνότητες και γεμίζουν τον χώρο με καθαρό μπάσο. Δεν συνηθίζεται να είναι ένα αλλά τουλάχιστον δύο, ακόμη και σε μικρά οικιακά σινεμά. Τα υπογούφερ απαιτούν ιδιαίτερες δεξιότητες επιλογής και εγκατάστασης ώστε να μην καταναλώνουν ωφέλιμο χώρο λόγω του αυξημένου όγκου τους. Χρειάζονται κατάλληλα ηλεκτρονικά αξεσουάρ για τον έλεγχο της ακουστικής τους συμπεριφοράς και εξειδικευμένες γνώσεις ακουστικής για την εύρεση των κατάλληλων σημείων τοποθέτησής τους, όπου θα προσδίδουν τη βέλτιστη ηχητική τους απόδοση προς όλους τους ακροατές.
Η συνολική ποσότητα των ηχείων καθορίζεται από την διάσταση του χώρου άλλα εν μέρει και από το ακολουθούμενο κινηματογραφικό format ήχου που αναπαράγεται. Οι αριθμοί τους όπως το «5.1» (DTS 5.1 ή Dolby Digital 5.1) προσδιορίζουν ότι στα studio παραγωγής κατά την εγγραφή της κινηματογραφικής ταινίας και πιο συγκεκριμένα κατά το ηχητικό μιξάρισμα χρησιμοποιήθηκαν 5 κανάλια (ηχεία) όπου κάθε ένα περιέχει μια πλήρως ανεξάρτητη ηχητική πληροφορία. Το .1 αναφέρεται σε ένα ξεχωριστό κανάλι, το κανάλι του μπάσου και υπογούφερ, εκεί δηλαδή που καταγράφονται όλες οι χαμηλές συχνότητες. Σε μεγαλύτερους χώρους που επιθυμείται να αναπαραχθεί το ίδιο κινηματογραφικό format 5.1, αλλά υπάρχει η ανάγκη ακουστικής κάλυψης περισσότερων θεατών, θα χρησιμοποιηθούν επιπλέον ηχεία μεταφέροντάς τους την ίδια ηχητική πληροφορία.
- Η πιο διαδεδομένη επιλογή ηχητικού format για μικρούς χώρους αποτελεί ένα σύστημα ηχείων 5.1 (5 ηχεία και 1 υπογούφερ) που ξεκίνησε την πορεία του στις οικιακές αίθουσες με το λανσάρισμα του δίσκου DVD.
- Με τον δίσκο υψηλής ανάλυσης BluRay που έφερε και τον ασυμπίεστο κινηματογραφικό πολυκάναλο ήχο (Dolby True-HD, DTS-HD Master Audio) προστέθηκαν επιπλέον 2 οπίσθια περιφερειακά ηχεία φθάνοντας στο 7.1 surround (7 ηχεία και 1 υπογούφερ).
- Τα τελευταία κινηματογραφικά πρότυπα που καθορίζουν τον τρισδιάστατο ήχο (Immersive Sound) όπως είναι το Dolby Atmos, το DTS:X και το Auro3D, προσθέτουν επιπλέον συγκεκριμένα ηχεία και καθ’ ύψος της αίθουσας για να επιτύχουν τη διαπλάτυνση του περιφερειακού ήχου σε ημισφαιρική ακουστική 180°. Ίσως το αναλυτικότερο format όλων, το Auro 3D, διαθέτει συνολικά τον εκπληκτικό αριθμό 15.1 ανεξάρτητων καναλιών ήχου αποδίδοντας μια πρωτόγνωρη εμπειρία ακρόασης, η οποία προσεγγίζει την αίσθηση που διαθέτει κάθε άνθρωπος στην πραγματική του ζωή.

